Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2012

Αντιγόνη και Σιν: η συνειδητοποίηση της επιθυμίας (ΙΙ)


Ο θάνατος μπορεί να εισαχθεί στη συμβολική τάξη ως ένα είδος απόλυτου σημαίνοντος , ως αρνητικό σημαίνον από οτιδήποτε είναι το υποκείμενο. «Αρνητικό» επειδή αντί για την ατελείωτη απαρίθμηση όλων αυτών που μπορούν να συγκροτήσουν το είναι ενός υποκειμένου, συμπυκνώνει αυτό το «όλο» στη μορφή της «απώλειας όλων». Έχουμε ένα τέλειο παράδειγμα στον διάσημο θρήνο της Αντιγόνης που λαμβάνει χώρα μετά την καταδίκη της σε θάνατο. Στον μακρύ της λόγο ,θρηνεί για το ότι δεν θα γνωρίσει το συζυγικό κρεβάτι, το συζυγικό δεσμό και δεν θα κάνει παιδιά.  Η λίστα των πραγμάτων που θα αποστερηθεί  εξαιτίας του πρώιμου θανάτου της  δεν σημαίνει ότι μετανιώνει. Η Αντιγόνη θέτει ένα τέλος στην μετωνυμία της επιθυμίας  συνειδητοποιώντας την άπειρη δυνατότητα μετωνυμίας της επιθυμίας.  Ακριβώς επειδή είναι άπειρη αυτή η δυνατότητα, μπορεί να συνειδητοποιηθεί μόνο ως χαμένη, στην αρνητική της μορφή.  Η συνειδητοποίηση της επιθυμίας  προϋποθέτει την συνειδητοποίηση του Πράγματος , με την έννοια της εισαγωγής του Πράγματος στην συμβολική τάξη εις βάρος της συμβολικής τάξης η οποία αντικαθίσταται από ένα αντικείμενο που αναπαριστά το κενό του κέντρου της.
Ωστόσο αυτή δεν είναι η μόνη μορφή που μπορεί να πάρει η συνειδητοποίηση της επιθυμίας.  Την χρονιά που ακολουθεί μετά το σεμινάριο για την ηθική, ο Λακάν συζητά μια διαφορετική κατεύθυνση καθώς σχολιάζει το θεατρικό έργο του Πωλ Κλωντέλ , Ο όμηρος. Η ηρωίδα αυτού του έργου , η Σιν ντε Κουφονταίν είναι όπως και η Αντιγόνη κάτω από την ηθική προσταγή να συνειδητοποιήσει το Πράγμα. Ωστόσο η κρίσιμη διαφορά εντοπίζεται στο γεγονός ότι για τη Σιν , το μονοπάτι που  οδηγεί στη συνειδητοποίησή του (Πράγματος)  σε ένα αντικείμενο ή σημαίνον που θα μπορούσε να το αναπαραστήσει, είναι κλειστό από την αρχή.  Για την ακρίβεια το πρώτο πράγμα το οποίο ζητείται από τη Σιν στο όνομα του Πράγματος  είναι να απορρίψει το σημαίνον του. Της ζητείται να συνειδητοποιήσει το Πράγμα ,απορρίπτοντας αυτό που ήδη υπάρχει για να το αναπαραστήσει. Της ζητείται να το συνειδητοποιήσει έξω από κάθε υποστήριξη του σημαίνοντος , με την άρνηση (Versagung) του σημαίνοντος. Δεν μπορεί να βασιστεί ούτε στην υποστήριξη του σημαίνοντος με αρνητικό τρόπο όπως στην περίπτωση της «αναπαράστασης του μη αναπαραστάσιμου» που είναι τόσο κρίσιμο στην Αντιγόνη.
Από την αισθητική άποψη η διαφορά μεταξύ της Αντιγόνης και της Σιν ντε Κουφονταίν  είναι η πιο χτυπητή. Στην περίπτωση της Αντιγόνης ο Λακάν τονίζει ιδιαίτερα την «εξαϋλωμένη ομορφιά» της Αντιγόνης. Αυτή βέβαια δεν έχει καμία σχέση με το πώς φαίνεται η Αντιγόνη αλλά έχει να κάνει με τη θέση που κατέχει στη δομή του έργου . Στην περίπτωση της Σιν από την άλλη, ο Λακάν παρατηρεί ότι παρά το μαρτύριο που περνά και που θα μπορούσε να έχει ίδια αποτελέσματα (εξαϋλωμένη ομορφιά) είναι ακριβώς το αντίθετο αυτό που συμβαίνει.  Κατά την τελευταία σκηνή του έργου, η Σιν παρουσιάζεται σε εμάς ταραγμένη, με ένα νευρικό τικ στο πρόσωπό της. Αυτό είναι μια γκριμάτσα της ζωής που υποφέρει και είναι περισσότερο βλαπτική στην ομορφιά, από την γκριμάτσα θανάτου και της γλώσσας που κρέμεται έξω που μας φέρνει στο μυαλό η φιγούρα της Αντιγόνης όταν ο Κρέων την βρίσκει κρεμασμένη.
Έτσι έχουμε την γκριμάτσα της ζωής να αντιτίθεται στην γκριμάτσα του θανάτου και η μοίρα της ομορφιάς φαίνεται να πρέπει να σχετιστεί με κάποιο από τα δύο. Με μια πιο προσεκτική ματιά, κάποιος παρατηρεί ότι  η διαφορά μεταξύ των θέσεων των δύο ηρωίδων, δεν μπορεί να σχηματοποιηθεί ως διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου αλλά αφορά τη δυνατότητα του θανάτου να λειτουργήσει ως το απόλυτο (παρότι αρνητικό) σημαίνον της ύπαρξης του υποκειμένου. Αυτό που είναι υπό ερώτηση στην Αντιγόνη δεν είναι απλά το όριο μεταξύ ζωής και θανάτου αλλά το όριο μεταξύ της ζωής με τη βιολογική έννοια και τη ζωή ως ικανότητα του υποκειμένου να υποστηρίξει μια συγκεκριμένη  αλήθεια της επιθυμίας. Ο θάνατος είναι το όνομα αυτού του ορίου μεταξύ των δύο ζωών, είναι αυτός που υπογραμμίζει το γεγονός ότι δεν συμπίπτουν και ότι η μία από τις δύο ζωές μπορεί να υποφέρει εξαιτίας της άλλης. Ο θάνατος είναι αυτός που μαρκάρει, αποκρυσταλλώνει και τοπικοποιεί αυτή τη διαφορά.
Στην περίπτωση της Σιν ντε Κουφονταίν τα πράγματα είναι διαφορετικά. Στην ιστορία της Σιν, ο θάνατος δεν έχει την αξία του ορίου.  Ο θάνατος δεν αποτελεί επιλογή.  Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι η Σιν είναι ήδη νεκρή όταν το έργο αρχίζει: συνεχίζει να υπάρχει αλλά έχοντας χάσει κάθε λόγο για να ζει ή ακριβέστερα, έχοντας χάσει τη δυνατότητα να υπάρξει ως στήριγμα κάποιας αλήθειας.  Το αίτιό της στη ζωή είναι νεκρό. Περιμένει τον θάνατο να έρθει. Δεν έχει τίποτε να χάσει. Αυτό τελικά που αποδεικνύεται είναι ότι έχει κάτι να χάσει: τον θάνατο. Αυτό που της ζητείται να κάνει είναι να ζήσει με την πιο εμφατική έννοια του όρου: να παντρευτεί, να κάνει έρωτα, να συλλάβει. Βρισκόμαστε στον αντίποδα της Αντιγόνης και του θρήνου της στον οποίο αναγνωρίζει ότι ποτέ δεν θα παντρευτεί, δεν θα απολαύσει το συζυγικό κρεβάτι και δεν θα κάνει παιδιά. Όλα όσα στερείται η Αντιγόνη συνιστούν το μαρτύριο της Σιν. Είναι σημαντική η λεπτομέρεια ότι η Σιν ζει  αυτήν την «αναγέννηση» με εκείνον που σκότωσε την αιτία της και τους γονείς της.
Στην περίπτωση της Αντιγόνης , η άλλη ζωή (η ζωή ως στήριγμα του «Άλλου πράγματος» που σχετίζεται με την επιθυμία)  γίνεται ορατή και συνειδητοποιείται στην σκηνή του θανάτου ως το κάτι της ζωής που ο θάνατος δεν μπορεί να πάρει. Είναι ορατό per negativum, είναι ορατό μέσω του εξαϋλωμένου μεγαλείου που είναι η εικόνα από κάτι που δεν έχει εικόνα. Στην περίπτωση της Σιν τα πράγματα αντιστρέφονται: δεν μπορεί να πεθάνει για το αίτιό της , δεν μπορεί να το συνειδητοποιήσει μέσω της θυσίας όλων όσων έχει.  Μπορεί μόνο να το συνειδητοποιήσει εγκαταλείποντας αυτό που είναι – μέσα από την απόρριψη κάθε σημαίνοντος που αναπαριστά το Είναι της.  Το αποτέλεσμα είναι ότι στην περίπτωσή της , η συνειδητοποίηση της  επιθυμίας παράγει κάτι που δεν είναι αναπαράσταση του κενού αλλά αποτελεί μια υλική παρουσία στη σάρκα της ηρωίδας, που αποδίδεται με ένα τικ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου